Αρρυθμιογόνος Δεξιά Κοιλία
Τι είναι η αρρυθμιογόνος δεξιά κοιλία και από τι προκαλείται;
Η Αρρυθμιογόνος Δεξιά Κοιλία είναι μία σπάνια καρδιακή πάθηση που σχετίζεται με τον καρδιακό μυ. Το βασικό χαρακτηριστικό της νόσου αποτελεί η σταδιακή αντικατάσταση του κατεστραμμένου καρδιακού μυός από ινωτικό και λιπώδη ιστό. Αυτό συμβαίνει καθώς τα κύτταρα του μυοκαρδίου εμφανίζονται με αποτέλεσμα να εντοπίζονται λιπώδεις εναποθέσεις στην προσπάθεια των κυττάρων να επιδιορθώσουν τη βλάβη που υπάρχει στον καρδιακό μυ. Αξίζει να τονιστεί πως πρόκειται για μία κληρονομική νόσο που εμφανίζεται λόγω μετάλλαξης σε ένα ή περισσότερα γονίδια. Είναι χαρακτηριστικό πως η αρρυθμιογόνος δεξιά κοιλία εμφανίζεται συχνότερα σε άτομα νεαρής ηλικίας τις περισσότερες φορές χαρακτηρίζεται από ηλεκτρικές και λειτουργικές διαταραχές, δηλαδή καρδιακές αρρυθμίες, καθώς και από καρδιακή ανεπάρκεια. Επίσης ονομάζεται έτσι επειδή συνήθως επηρεάζει τη δεξιά καρδία αν και δεν είναι καθόλου σπάνιο το να προσβάλλει το σύνολο της καρδιάς προκαλώντας προβλήματα στη συνολική καρδιακή λειτουργία.
Ποια είναι τα συμπτώματα της αρρυθμιογόνου δεξιάς κοιλίας και πώς αντιμετωπίζεται;
Στις περισσότερες περιπτώσεις οι πάσχοντες από αρρυθμιογόνο δεξιά κοιλία μπορεί να μην εκδηλώσουν κανένα σύμπτωμα ή να παρουσιάσουν ελάχιστα συμπτώματα. Ορισμένοι όμως ενδέχεται να εμφανίσουν κάποια από τα παρακάτω:
- Αίσθημα παλμών
- Λιποθυμία ή συγκοπή
- Πρήξιμο στα κάτω άκρα
- Δύσπνοια και κόπωση κατά την διάρκεια σωματικής άσκησης.
- Αρρυθμίες
Για την διάγνωση της νόσου απαιτείται λήψη του ιστορικού του ασθενούς καθώς και μία σειρά από εξετάσεις που θα συστήσει ο καρδιολόγος όπως ηλεκτροκαρδιογράφημα, holter ρυθμού, υπερηχογράφημα καρδιάς, μαγνητική ή αξονική τομογραφία καρδιάς, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί στεφανιογραφία ή καρδιακή βιοψία. Η αρρυθμιογόνος δεξιά κοιλία αντιμετωπίζεται είτε με αλλαγές που συστήνει ο καρδιολόγος στην καθημερινή ζωή του ασθενή, είτε με τη χορήγηση κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής. Δεν αποκλείεται ωστόσο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ο γιατρός να συστήσει την εμφύτευση απινιδωτή ή την κατάλυση ( ablation) ή ακόμη και την μεταμόσχευση καρδιάς, όταν διαγιγνώσκεται πολύ σοβαρή καρδιακή ανεπάρκεια.