Skip to main content

Έλεγχος βηματοδοτών & απινιδωτών

Είναι γνωστό πως τόσο ο Βηματοδότης όσο και ο απινιδωτής αποτελούν πολύτιμα μέσα στην καρδιολογία, καθώς χρησιμοποιούνται για να εξασφαλίσουν την καλύτερη λειτουργία της καρδιάς ασθενών που αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα ή ασθένειες. Επομένως στις υπηρεσίες του καρδιολόγου συμπεριλαμβάνονται τόσο η εμφύτευση τόσο του βηματοδότη όσο και του απινιδωτή και όσο και η αντικατάστασή τους όταν κάτι τέτοιο καθίσταται απαραίτητο.

Ποιος είναι ο ρόλος του βηματοδότη;

Ο ρόλος του βηματοδότη είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Πρόκειται για μία ηλεκτρονική συσκευή που χρησιμοποιείται για να αντικαταστήσει τη λειτουργία του φυσικού βηματοδότη της καρδιάς στην περίπτωση κατά την οποία ο καρδιακός ρυθμός είναι πολύ αργός, όταν η καρδιά δεν αντλεί αρκετό αίμα ή δεν καλύπτει τις ανάγκες του σώματος, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται συμπτώματα όπως η λιποθυμία (συγκοπή).

Πώς γίνεται η τοποθέτηση και πώς η αντικατάσταση του βηματοδότη;

Ο βηματοδότης είναι μια μικρή σε μέγεθος συσκευή, η οποία τροφοδοτείται από μπαταρία η οποία στέλνει ασθενή ηλεκτρικά ερεθίσματα στον μυ της καρδιάς με σκοπό να προκαλεί τη σύσπασή του, δηλαδή να επιτυγχάνεται ένας σταθερός καρδιακός κτύπος. Η τοποθέτηση του βηματοδότη γίνεται διαδερμικά. Είναι μια μέθοδος ελάχιστα επεμβατική που συνήθως πραγματοποιείται με τη χορήγηση τοπικής αναισθησίας. Αξίζει να επισημανθεί πως η όλη διαδικασία της τοποθέτησης δεν είναι ιδιαίτερα χρονοβόρα, καθώς σε περίπου μία ώρα έχει ολοκληρωθεί. Συνήθως η μπαταρία του βηματοδότη διαρκεί κατά μέσο όρο 5-15 χρόνια. Είναι προφανές πως ο γιατρός πρέπει ανά τακτά χρονικά διαστήματα να ελέγχει τη λειτουργία του βηματοδότη του ασθενή του, προκειμένου να ενημερώνει τον ασθενή του για τυχόν προβλήματα και προβεί στη διαδικασία της αντικατάστασής του, όταν χρειαστεί. Η διαδικασία της αντικατάστασης του βηματοδότη γίνεται πάλι διαδερμικά, εντός της ίδιας μέρας, με τη χορήγηση τοπικής αναισθησίας.

 

Ποιος είναι ο ρόλος του απινιδωτή;

Ο απινιδωτής είναι μία μια μικρή συσκευή, η οποία τοποθετείται διαδερμικά με εμφύτευση από εξειδικευμένο επεμβατικό καρδιολόγο σε ασθενείς που αντιμετωπίζουν σοβαρό επεισόδιο ταχυκαρδίας, καθώς και σε ασθενείς που πάσχουν από στεφανιαία νόσο, καρδιακή ανεπάρκεια ή αντιμετωπίζουν  πρόβλημα με το ηλεκτρικό σύστημα της καρδιάς.

 

Πώς γίνεται η τοποθέτηση του απινιδωτή και πώς λειτουργεί;

Η εμφύτευση διενεργείται  διαδερμικά με χορήγηση τοπικής αναισθησίας, προκειμένου να αποφευχθεί το ανοιχτό χειρουργείο. Συνήθως η τοποθέτηση-εμφύτευση γίνεται με την τοποθέτηση καλωδίου που οδηγείται μέσα από μια μεγάλη φλέβα στην καρδιά, έτσι ώστε να συνδεθεί επιτυχημένα η συσκευή με την καρδιά.

Ο απινιδωτής παρακολουθεί συνεχώς τη λειτουργία της καρδιάς του ασθενή. Σε περίπτωση που εντοπίσει μια ταχυκαρδία που απειλεί τη ζωή του, στέλνει ένα σύντομο και ισχυρό ηλεκτρικό ρεύμα (ηλεκτρικό σοκ) στην καρδιά, έτσι ώστε να αποκαταστήσει τον καρδιακό ρυθμό. Η συσκευή κατόπιν επιστρέφει στη λειτουργία παρακολούθησης του καρδιακού ρυθμού. Είναι ιδιαίτερα σημαντικός ο ρόλος του γιατρού ακόμη και μετά την εμφύτευση του απινιδωτή. Ο γιατρός ρυθμίζει το ανώτατο και κατώτατο  όριο καρδιακών παλμών, για τα οποία ο απινιδωτής ενεργοποιείται, ενώ πρέπει συχνά να ελέγχει τη λειτουργία της συσκευής, έτσι ώστε να ενημερώνει τον ασθενή για τυχόν αρρυθμίες που εμφάνισε, καθώς και για το πότε ενεργοποιήθηκε ή παρενέβη ο απινιδωτής. Επίσης αξιολογώντας τη λειτουργία του μπορεί να βγάλει ασφαλή συμπεράσματα για την πορεία του ασθενή και να τον καθοδηγεί ως προς τη φαρμακευτική αγωγή που του συστήνει. Τέλος, ο γιατρός οφείλει να ελέγχει την μπαταρία του απινιδωτή και να την αντικαθιστά όταν χρειάζεται.

Close Menu